του Λάμπρου Κίσσα, Πολεοδόμου-Χωροτάκτη Μηχ.,Msc./123kissas@gmail.com
.
Σαφώς και μια από πιο τις χαρακτηριστικές μεταρρυθμίσεις του Ν.4759/2020, ήταν αυτή του περιορισμού της εκτός σχεδίου δόμησης του άρθρου 40, μέσα από τη σταδιακή κατάργηση των παρεκκλίσεων και της μεταστροφής σε οργανωμένους υποδοχείς. Μια ρύθμιση στην σωστή κατεύθυνση, καθόσον οι παρεκκλίσεις έπρεπε να έχουν καταληκτική ημερομηνία, ενώ ταυτόχρονα υπήρξε και μια “συμμόρφωση” με την σχετική νομολογία του ΣτΕ.
Πλην όμως, δεν υπήρχε κανένας απολύτως λόγος να καταργηθεί η παρέκκλιση για τα ακίνητα, τα οποία βρίσκονται «…εντός της ζώνης των πόλεων, κωμών και οικισμών και είχαν κατά την 24η.4.1977, ημέρα έναρξης ισχύος του από 5.4.1977 προεδρικού διατάγματος (Δ΄ 133), και ελάχιστο εμβαδόν: δύο χιλιάδες (2.000) τ.μ..». Δηλαδή, όσων γηπέδων βρίσκονται περιμετρικά των οικισμών προ `23 ή των οικισμών με σχέδια διανομών που εγκρίθηκαν, αναθεωρήθηκαν ή επανεγκρίθηκαν (π.χ. οικιστικά σχέδια του Υπ. Συγκοινωνιών & Δημ. Έργων) με τις διατάξεις του Ν. Δ/τος της 17.7.1923 και σε ακτίνα 500μ., από την αξονική γραμμή των ορίων τους.
Χωρίς να θέλω να επανέλθει η συζήτηση για τις καταργήσεις των παρεκκλίσεων, ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου, θεωρώ πως εδώ ταιριάζει η λαϊκή παροιμία «μαζί με τα ξερά, κάηκαν και τα χλωρά» και πως θα πρέπει να επανεξεταστεί η επαναφορά της εν λόγω παρέκκλισης, στα πλαίσια των τροποποιήσεων που γίνονται επί του Ν.4759/2020.
Παρακάτω, και στα στενά πλαίσια ενός άρθρου, θα προσπαθήσω να επιχειρηματολογήσω σχετικά, εκμεταλλευόμενος την 20ετή και πλέον εμπειρία μου, ως μέλος (Πρόεδρος, Αντιπρόεδρος ή μέλος) διαφόρων ΣΥΠΟΘΑ (ή και πρώην ΣΧΟΠ) στην Ήπειρο και την Θεσσαλία.
Καταρχάς, δεν είναι μια “παρέκκλιση” που διαχέεται στον χώρο. Είναι μια “παρέκκλιση” απολύτως εντοπισμένη στον χώρο. Είναι μια όμορη ζώνη, σε συνέχεια των οικισμών (προ του `23 ή σχέδια διανομών). Υπενθυμίζω πως, συζητούμε για τα ακίνητα που βρίσκονται εντός της ζώνης εύρους 500μ. των πόλεων, κωμών και οικισμών και είχαν κατά την 24η.4.1977, ελάχιστο εμβαδόν τα 2.000 τ.μ..
Εκτός του γεγονότος πως οι περιοχές αυτές αποτελούν συνέχεια των σχετικών οικισμών, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων οι εν λόγω οικισμοί, δεν επεκτάθηκαν έως σήμερα, παρ’ όλη την αύξηση του πληθυσμού τους ή των μελών των νοικοκυριών και την συνεχώς αυξανόμενη ανάγκη για ανέγερση κτιρίων με χρήση κατοικίας.
Επίσης, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε πως το σύνολο σχεδόν των οικισμών αυτών, ανήκουν στην κατηγορία των “στάσιμων” οικισμών, και έχουν ως επί τω πλείστων αγροτικό χαρακτήρα. Αυτό σημαίνει πως υπάρχει μεγάλη ανάγκη και για την στέγαση (με ταυτόχρονη εξασφάλιση του πανάκριβου πλέον) αγροτικού εξοπλισμού πλησίον των οικισμών. Δηλαδή, στέγαση για γεωργικούς ελκυστήρες (τρακτέρ), πλατφόρμες, σωλήνες άρδευσης, λιπάσματα, τελάρα, κλπ. Και το παραπάνω, είναι και ένας κρίσιμος παράγοντας που σχετίζεται με την ποιότητα της ζωής των κατοίκων, των εν λόγω οικισμών, αφού έτσι αποσυμπιέζεται η ανάγκη εύρεσης δόμησης, που είναι αναγκαία για την κατοικία.
Χρήματα για πολεοδομικές μελέτες επεκτάσεων, των μικρών στην συντριπτική πλειοψηφία τους οικισμών, δεν υπάρχουν. Πλην όμως, ακόμη και οι “αμύητοι” του χώρου, οι πολίτες που δεν ασχολούνται με την πολεοδομία, έχοντας όμως την κοινή αίσθηση δικαίου, μπορούν να αντιληφθούν πως, αφενός μεν το μικρό εύρος των ζωνών (500μ), αφετέρου δε, το ικανό μέγεθος των γηπέδων (2.000τμ) δεν εμποδίζουν επ’ουδενί των μελλοντικό πολεοδομικό σχεδιασμό, δημιουργώντας δηλαδή, τυχόν προσκόμματα στον μελλοντικό πολεοδόμο μελετητή της περιοχής (όταν κι εάν υπάρξει). Απεναντίας, λειτουργούν ως βαλβίδα οικιστικής εκτόνωσης, είναι απολύτως απαραίτητα και κυρίως, χωρίς να επηρεάζουν ουσιαστικά την μελλοντική πολεοδόμηση των οικισμών.
Πολύ ξεκάθαρο είναι επίσης και το καθεστώς των χρήσεων γης, εντός της ζώνης των 500μ. Τόσο από την κείμενη νομοθεσία που διέπει τους εν λόγω οικισμούς για τις χρήσης γης, όσο κι από σχετική νομολογία του ΣτΕ (βλέπε π.χ. τις Αποφάσεις με αρ.1358/10 ΣτΕ, 3218/10 Ολ. ΣτΕ, 3521/17 ΣτΕ, κλπ, αν κι η πλειοψηφία αυτών αφορά οικισμούς προ `23), δεν αφήνετε κανένα περιθώριο για ασάφειες ή παρερμηνείες. Η επιτρεπόμενη χρήση για εγκαταστάσεις, δραστηριότητες, κλπ, εντός της ζώνης των 500μ., είναι αυτή της χαμηλής οχλήσεως, δηλαδή αφορά επιχειρήσεις από την λειτουργία των οποίων δεν προκαλείται κατά κοινή πείρα σημαντική επιβάρυνση του οικιστικού περιβάλλοντος, με συνέπεια να μην παραβιάζεται το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος.
Για τους παραπάνω, εν συντομία λόγους, η κατάργηση των παρεκκλίσεων για τα γήπεδα που βρίσκονται πλησίον των οικισμών προ του`23 ή των οικισμών με σχέδια διανομών που εγκρίθηκαν, αναθεωρήθηκαν ή επανεγκρίθηκαν (μέχρι τις 13.3.1983) με τις διατάξεις του Ν. Δ/τος της 17.7.1923 και σε ακτίνα 500μ., από την αξονική γραμμή των ορίων τους, θα πρέπει να επανεξεταστεί και να διατηρηθεί ως έχει σήμερα, καθόσον δίνει “ανάσες” σε οικισμούς που το έχουν απόλυτη ανάγκη.
Τέλος, θα ήταν σοβαρή παράλειψη να μην γίνει έστω μια μικρή αναφορά, στα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα, οι οικισμοί των διανομών μετά τους Ν.4030/11 & Ν.4067/12 (όπως αυτοί ισχύουν), σε σχέση με λάθη που εντοπίζονται στην επί του εδάφους εφαρμογή των σχεδίων διανομής. Το παραπάνω έχει σαν συνέπεια, σε πάρα πολλές περιοχές να μην εκδίδονται καν οικοδομικές άδειες ή να υπάρχουν πρόστιμα αυθαιρέτων ενώπιων των ΣΥΠΟΘΑ και να μην υπάρχει η δυνατότητα νομιμοποιήσεων. Οι λύσεις βεβαίως και υπάρχουν, π.χ. η εκπόνηση Ρυθμιστικών Σχεδίων Εφαρμογής (ΡΣΕ) σε εφαρμογή των Τ.Π.Ε., ή αναθεώρηση των πολεοδομικών μελετών/σχεδίων διανομών, κλπ. Είναι ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα, που θα πρέπει να υπάρξουν άμεσα συνεννοήσεις μεταξύ των ΥΔΟΜ και των Κεντρικών Υπηρεσιών του Υπ.Εν.
του Λάμπρου Κίσσα, Πολεοδόμου-Χωροτάκτη Μηχ.,Msc./123kissas@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου